Φωτογραφίες: Πάρις Ταβιτιάν

Σταύρος Ξαρχάκος: «Μια χώρα που ταξιδεύει μ’ αυτό το φως δεν πρόκειται να χαθεί ποτέ»

Μια σπάνια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης με έναν από τους σημαντικότερους έλληνες συνθέτες

Απόσπασμα από συνέντευξη που παραχώρησε ο Σταύρος Ξαρχάκος την 13/07/2017 στη Ναταλί Χατζηαντωνίου για την “Καθημερινή”:

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Γεννηθήκατε στα Εξάρχεια, όπως άλλωστε και οι γονείς σας. Ποιες είναι οι πρώτες σας ακουστικές μνήμες;

Σταύρος Ξαρχάκος: Τα ρεμπέτικα και τα ευρωπαϊζοντα τραγούδια της εποχής. Οι καντάδες επίσης. Και η εκκλησία. Πηγαίναμε στην εκκλησία, όχι αναγκαστικά, αλλά επειδή μας άρεσε.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Ήσασταν ζωηρό παιδί;

Σταύρος Ξαρχάκος: Όπως όλα τα παιδιά. Ή ίσως λίγο περισσότερο απ’ ό,τι έπρεπε.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Πού σας άρεσε να πηγαίνετε στη γειτονιά;

Σταύρος Ξαρχάκος: Αναλόγως με τα παιχνίδια που παίζαμε. Ήταν αλλού το «στακαμάν», αλλού το κρυφτό, αλλού ο «βασιλιάς κι η βασίλισσα», αλλού οι βόλοι. Υπήρχαν διάφορα σημεία όπου παίζαμε. Στις καθέτους της Θεμιστοκλέους π.χ. παίζαμε βόλους. Όλοι χωματόδρομοι, βέβαια. Μα, εγώ πρόλαβα και τη Φωκίωνος Νέγρη με πρόβατα.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Τα παιχνίδια εκείνα ήταν μια εξοικείωση με τον χώρο. Τα σημερινά παιδιά;

Σταύρος Ξαρχάκος: Και τα σημερινά παιδιά παίζουνε, αλλά μόνο ηλεκτρονικά, το πιο εγκληματικό πράγμα που υπάρχει.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Έχει γίνει όμως και η ίδια η πόλη αφιλόξενη για τα παιδικά παιχνίδια.

Σταύρος Ξαρχάκος: Φυσικά. Διότι, όταν η Αθήνα γέμισε πολυκατοικίες για να δεχτεί όλο αυτόν τον κόσμο που ήρθε από την επαρχία, οι γειτονιές έγιναν απρόσωπες. Αντιθέτως, εγώ θυμάμαι ότι όταν η γιαγιά μου έκανε μουστοκούλουρα ή κουραμπιέδες, δεν τα έκανε μόνο για το σπίτι αλλά και για τη γειτονιά. Το ίδιο έκαναν και οι άλλες γειτόνισσες. Ή βγάζαμε στον δρόμο ένα τραπεζάκι, οι μεγάλοι έπιναν ούζο κι εμείς παίζαμε. Ή στην ταράτσα. Η γιαγιά μου, που έπαιζε καταπληκτική κιθάρα και είχε και φοβερή φωνή, ανέβαινε στην ταράτσα, άρχιζε το τραγούδι και το έπιαναν και οι άλλοι απ’ τις γύρω ταράτσες. Καταπληκτικό…

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Τότε όμως κάθε γειτονιά ήταν μια σχεδόν αυτόνομη κοινότητα.

Σταύρος Ξαρχάκος: Και με αλληλεγγύη. Βοηθούσε ο ένας τον άλλο. Και ήξεραν ποια ή ποιος ήταν ο καταλληλότερος να σου λύσει κάθε πρόβλημα.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Επίσης, ο όρος «οικογένεια» ήταν πολύ ευρύτερος. Εγώ π.χ. θυμάμαι ότι οι συγγενείς δεν έπαιρναν τηλέφωνο να ειδοποιήσουν ότι έρχονται. Χτύπαγαν το κουδούνι κι ανέβαιναν.

Σταύρος Ξαρχάκος: Στα δικά μου παιδικά χρόνια δεν υπήρχε τηλέφωνο. Φτιάχναμε όμως «τηλέφωνο» με σπιρτόκουτα. Παίρναμε δύο κουτάκια, παίρναμε και δύο οδοντογλυφίδες, τις δέναμε με μια μακριά κλωστή και τις καρφώναμε στα κουτάκια απ’ τη μια μεριά και από την άλλη. Έτσι επικοινωνούσαμε από μπαλκόνι σε μπαλκόνι.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Τι και ποιος από όλα αυτά σάς καθόρισε;

Σταύρος Ξαρχάκος: Τα… μούσκλια, τα ανοιξιάτικα! Να, αυτό με καθόρισε.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Τι εννοείτε;

Σταύρος Ξαρχάκος:  Εννοώ, απαντώντας σ’ αυτήν τη στερεότυπη ερώτηση, ότι δεν είναι ένα πράγμα ή ένα πρόσωπο που σε καθορίζει. Είναι μυρωδιές, είναι γεύσεις, είναι ακούσματα.. Είναι όσα ρωτάς τη γιαγιά σου όσο σου λέει παραμύθια και όσα σου απαντάει. Είναι τα ανοιξιάτικα μούσκλια, όπως τα βλέπεις να μεγαλώνουν και όπως μυρίζουν στις αυλές. Είναι οι υγρασίες. Είναι το φως που μπαίνει στο σπίτι και δημιουργεί σχήματα. Είναι το πώς μυρίζει ένα βερίκοκο ή μια ντομάτα, το πώς είναι μια βερικοκιά (κάτι που ένα παιδί που πάει μόνο στο σούπερ-μάρκετ ποτέ δεν θα μάθει).

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Υπήρξε κάποια στιγμή που είπατε συνειδητά «εγώ θέλω να κάνω μουσική»;

Σταύρος Ξαρχάκος: Όχι, ποτέ. Μικρό παιδί, άλλα πράγματα ονειρεύεσαι να κάνεις. Θέλεις π.χ. να γίνεις πυροσβέστης, διότι κάτι σου κάνει το κόκκινο πυροσβεστικό όταν περνάει με τις σειρήνες και τα καμπανάκια του. Σ’ αυτή την ηλικία αυτό είναι το πιο σημαντικό. Το άλλο, έτσι όπως διαμορφώνεται ο εσωτερικός σου χώρος και χρόνος, έρχεται από μόνο του.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Κάποια στιγμή πήγατε όμως στο Ωδείο Αθηνών

Σταύρος Ξαρχάκος: Ε, είχα μα έφεση στη μουσική. Κι επειδή η οικογένειά μου είχε σχέση με το μουσικό χώρο και ήταν πολύ φίλη με την οικογένεια του Φιλοκτήτη Οικονομίδη, πήγα στο Ωδείο Αθηνών και μαθήτευσα κοντά στον Μενέλαο Παλάντιο. (Να σας πω όμως κάτι: Αν είμαστε ακόμα στο Ωδείο, μέχρι να φτάσουμε στα 78 μου και στα δίδυμα, έχουμε ακόμα πολύ μεγάλη πορεία!).

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Ναι, αλλά θέλω να πάω λίγο και στις μεγάλες στιγμές, στα μεγάλα τραγούδια, στους τραγουδιστές, όταν ακόμα καλούνταν να φωτίσουν την ιδέα του δημιουργού και όχι τον εαυτό τους.

Σταύρος Ξαρχάκος: Το θέμα, πάντως, για εμένα δεν ήταν ποτέ ο Ξαρχάκος. Το θέμα ήταν το τραγούδι και πώς θα αποκωδικοποιήσεις τον κάθε συνθέτη και τον τρόπο με τον οποίο έχει μελοποιήσει κάτι. Δεν μπορείς να τραγουδάς αυθαίρετα, χωρίς να λαμβάνεις υπόψη σου το κείμενο. Δεν μπορείς να τραγουδάς με τον ναρκισσισμό του λάρυγγά σου και να μην καταλαβαίνεις τι λες. Δεν μπορείς να τραγουδάς π.χ. το «Πρακτορείο» και να σκέφτεσαι το πρακτορείο Αιτωλοακαρνανίας (γιατί το έχω ακούσει κι αυτό από τραγουδιστή).

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Συνεργαστήκατε με μεγάλους λαϊκούς τραγουδιστές που έκαναν τεράστιες ερμηνείες. Πώς καταλάβαιναν τον λόγο; Ενστικτωδώς;

 Σταύρος Ξαρχάκος: Όλοι αυτοί είχαν τελείως άλλη σχέση με τον λόγο. Μπορεί π.χ. να μην καταλάβαιναν το «πού να βρω την ψυχή μου το τετράφυλλο δάκρυ», όμως, όπως η γιαγιά στο Άργος Ορεστικόν καταλαβαίνει όταν ο παπάς λέει το «σήμερον κρεμάται επί ξύλου» και της σηκώνεται η τρίχα, έτσι και οι λαϊκοί τραγουδιστές καταλάβαιναν το νόημα και το ερμήνευαν.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Αυτό το συναντάτε σε τραγουδιστές της νέας γενιάς;

Σταύρος Ξαρχάκος: Δύσκολα. Το ψάχνω με το φανάρι.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Γιατί;

Σταύρος Ξαρχάκος: Είναι γενικότερο πρόβλημα της παιδείας, όχι μόνο των τραγουδιστών. Εξαρτάται από το τι φέρεις μέσα σου. Είναι όμως και πάρα πολύ δύσκολο πια οι νέοι τραγουδιστές να τραγουδήσουν παλαιότερα κείμενα. Γι’ αυτό π.χ. ήμουν αυστηρός με την Μποφίλιου και τον Χαρούλη ως προς τον τρόπο που έπρεπε να ερμηνεύσουν αυτά τα τραγούδια.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Και με τον Ξυλούρη ήσασταν αυστηρός;

Σταύρος Ξαρχάκος: Δεν μπορείς να είσαι αυστηρός με μια τόσο αρχέγονη προσωπικότητα όπως ήταν ο Ξυλούρης. Να του έλεγα τι; Να μην προφέρει το φωνήεν έτσι; Να αλλάξει τη γλωσσολαλιά του; Αφού αυτό το πράγμα ερχόταν από τα βάθη των αιώνων.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Και τώρα, με τις «7 ελεγείες και σάτιρες», επιστρέφετε στη λιτότητα και στο ουσιώδες: λόγος και μουσική, πιάνο-φωνή.

Σταύρος Ξαρχάκος: Ξεκινώντας από τα κείμενα, όλα αυτά που λέγονται δεν έπρεπε να βαρύνουν πολύ. Δεν χρειάζονταν ενορχηστρωτικά στολίδια. Θεώρησα, λοιπόν, σωστό να αφήσω το κείμενο να μιλήσει κυρίως, παρά η μουσική. Το αποτέλεσμα έπρεπε να είναι απέριττο.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Επιλέξατε να ερμηνεύσετε τα τραγούδια εσείς, μ’ έναν αφηγηματικό τρόπο μάλιστα.

Σταύρος Ξαρχάκος:  Δύο άνθρωποι συνέβαλαν στο να τα ερμηνεύσω εγώ. Η Ηρώ, που επέμενε ότι επιτέλους πρέπει να ακούσουμε τα τραγούδια όπως πρέπει να ερμηνεύονται, και ο Ξενοφών Ραράκος. «Παιδιά, εγώ δεν είμαι τραγουδιστής» τους έλεγα. Αλλά η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για τραγούδια που, λόγω των κειμένων, απαιτούν ερμηνεία. Το «Για ποια Ιθάκη μου μιλάς» π.χ. είναι ένα τόσο προφητικό τραγούδι! Προσέξτε τι λέει: «Και μιας θρησκείας τους ανθρώπους της για σφάγια…».

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Ούτως ή άλλως, αυτή η δουλειά είναι μια ολοκληρωμένη ενότητα που έχει, εκτός των άλλων, και μια κοινωνική και πολιτική τοποθέτηση..

Σταύρος Ξαρχάκος: Κάθε έργο τέχνης έχει μια πολιτική τοποθέτηση. Δεν γίνεται για decoration. Δεν είναι τυχαίο το κείμενο που έγραψα ως πρόλογο. Είναι ένα ελλειπτικό κείμενο, αλλά και σαφές: «Θεωρώ ότι ο κάθε τόπος έχει το δικό του “Τσερνόμπιλ”. Τρέμω με την ιδέα ενός εφιαλτικού σχεδίου αφανισμού της πολιτιστικής ενότητας των εθνών. Στη χώρα μας συνέβη πριν κάποια κάποια χρόνια. Έτσι μεταλλάχθηκε ο πολιτισμικός ιστός της χώρας και το pH της κοινωνίας. Έκτοτε, ακολούθησαν πολιτικές τερατογενέσεις (…) Όμως: η πολιτική είναι έρμαιο του χρόνου. Η δημιουργική τέχνη είναι άχρονη. Και για να τελειώνουμε: ο Παπανδρέου πέθανε, ο Βαμβακάρης ζει».
Στο «Για ποια Ιθάκη μου μιλάς» ο Μάνος Ελευθερίου λέει ωστόσο: «Για ό,τι αγωνίστηκες, θα το ‘βρεις στα χαλάσματα, θα υπάρχει μόνο μοναξιά, τρομοκρατία και μια Ιθάκη βουλιαγμένη πολιτεία». Είναι σκοτεινά προφητικό. Δεν αφήνει μια χαραμάδα.
Κι όμως, δεν είναι καθόλου σκοτεινό. Είναι πάρα πολύ φωτεινό. Κι αν καταλάβατε, αφήνει τη χαραμάδα της επανάστασης, η οποία, μάλιστα, δεν είναι καθόλου χαραμάδα.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Πιστεύετε ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο;

Σταύρος Ξαρχάκος:  Α, μη με ρωτάτε γι’ αυτά. Δεν είμαι πολιτικός αναλυτής.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Αλλά είστε ένας σπουδαίος συνθέτης κι ένας πολύ σημαντικός ενορχηστρωτής. Όμως δεν έχει πια αυτός ο ρόλος τη βαρύτητα που είχε κάποτε.

Σταύρος Ξαρχάκος:  Ναι, γιατί έχει κλωνοποιηθεί η διαδικασία της ενορχήστρωσης. Μπαίνεις στο κομπιούτερ και τελειώνει η ιστορία. Όταν χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο το ανθρώπινο δυναμικό, όταν απουσιάζει η ψυχή από τα ακροδάχτυλα, από το φύσημα, τότε το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι το ίδιο. Και είναι και κάτι ακόμα: εμείς, μέσα από τα ανθρώπινα λάθη μας μαθαίναμε πολλά και για τη μουσική και για την ποίηση. Να, λοιπόν, κι ένα επιπλέον πρόβλημα: εκμηδενίζεται η πιθανότητα να μάθεις από τα λάθη σου. Οι περισσότεροι πεζογράφοι γράφουν πια στο κομπιούτερ. Κάποτε ο λογοτέχνης, ο ποιητής, έσβηνε κι έγραφε και έτσι κάποιος στο μέλλον θα μπορούσε να αποκωδικοποιήσει γιατί π.χ. ο Σεφέρης έγραψε αυτό έτσι και όχι αλλιώς. Μήπως όμως όλο αυτό δεν γίνεται χειρότερο; Τώρα αρχίσαμε και το ηλεκτρονικό διάβασμα.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Δεν σας αρέσουν τα e-books;

Σταύρος Ξαρχάκος: Μα, εγώ «τσακωνόμουν» με τα βιβλία. «Τσακωνόμουν» με τους συγγραφείς. Διάβαζα, σημείωνα, σχολίαζα, τσακωνόμουν με μια άποψη. (Σημείωνα π.χ. «δεν είναι έτσι όπως το λες, γιατί υπάρχει κι αυτό..»). Είχα μια σχέση και, διάολε, είχα τη μυρωδιά του χαρτιού.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Γιατί τα σύγχρονα παιδιά διαβάζουν πεζογραφία συγκριτικά λιγότερο σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές;

Σταύρος Ξαρχάκος: Είναι θέμα παιδείας. Άλλωστε υπάρχει πια Κακριδής, υπάρχει Κοσμάς Πολίτης, υπάρχει Μπαστιάς; Τα μεγέθη αυτά δεν υπάρχουν. Ανεβαίνει ο κάθε κακομοίρης και γίνεται για λίγο υπουργός Παιδείας… και το αυγό γράφεται με «β». Τελειώσαμε. Κι ύστερα τείνει να χαθεί η αναζήτηση. Μόνο με την αναζήτηση αποκτάς παιδεία. Όταν όμως είναι όλα έτοιμα στο πιάτο του Διαδικτύου και ο καθένας σου σερβίρει κάτι όπως θέλει ο ίδιος, πώς θα εντοπίσεις το σωστό από τις 800 εκδοχές που θα βρεις για το ίδιο πράγμα; Και βέβαια είναι και το θέμα της γλώσσας. Πρέπει να κάνουμε μια κηδεία της ορθογραφίας. Έχουμε χάσει το σημαίνον και το σημαινόμενο. Αφήστε που οι μισοί γράφουν με λατινικούς χαρακτήρες. Αυτό το διαβολεμένο εργαλείο έχει κάνει και πολύ κακό.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Είναι και τα social media που ευνοούν τον καβγά.

Σταύρος Ξαρχάκος: Έχω υπολογιστή, αλλά δεν ασχολούμαι μ’ αυτά. Όπως δεν ασχολούμαι και με τις χυδαιότητες που έχουν υποκαταστήσει την «Εσπρέσο». Πάντως, για να συναντήσει κάποιος τη χυδαιότητα και τον κακό χειρισμό της γλώσσας, δεν χρειάζεται να μπει στο Facebook. Μπορεί να ακούσει και μια συζήτηση στη Βουλή για να αντιληφθεί το γλωσσικά αγοραίο.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Πάντα σημειώνονταν έντονες αντιπαραθέσεις στη Βουλή.

Σταύρος Ξαρχάκος:  Αλλά δεν υπήρχε αυτός ο αγοραίος λόγος. Και δεν πρόσβαλε ο ένας τον άλλο. Ο Ανδρέας Παπανδρέου π.χ. δεν πρόσβαλε ποτέ προσωπικά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο τελευταίος κοινοβουλευτικός ρήτορας, ασχέτως του αν συμφωνούσε κανείς πολιτικά μαζί του ή όχι, ήταν ο Μητσοτάκης. Τώρα; Έλεος πια! Στα καφενεία μιλούν καλύτερα. Πολύ σοφά λέει ο λαός «απ’ το κεφάλι βρομάει το ψάρι».

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Η Νικολακοπούλου στο δικό της τραγούδι («Έθνος μου εξαίρετο») γράφει: «Όπως είναι ο λαός μου, έτσι είναι κι ο αρχηγός μου».

Σταύρος Ξαρχάκος: Αυτό είναι μια πικρή αλήθεια που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Συμβαίνει παντού. Και στην Αμερική συνέβη τελευταία.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Εσείς εγκαταλείψατε κάποια στιγμή οριστικά την πολιτική, λέγοντας πως εκεί «δεν υπάρχει χώρος για δημιουργία και για να υπηρετήσεις το δημόσιο αγαθό».

Σταύρος Ξαρχάκος: Αυτή είναι η αλήθεια. Πίστεψα, κακώς, ότι θα μπορούσα να προσφέρω κάτι. Και το πίστεψα γιατί, όταν ήμουν στην τοπική αυτοδιοίκηση, μπορούσα κι έκανα πράγματα. Ωστόσο, διαφέρει πάρα πολύ η τοπική αυτοδιοίκηση από τη Βουλή.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Γιατί; Τι φταίει στο κοινοβουλευτικό περιβάλλον;

Σταύρος Ξαρχάκος: Τα… «κουκιά». Οι περισσότεροι δεν μπαίνουν στη Βουλή για να βάλουν ένα λιθαράκι γι’ αυτή την έρμη τη χώρα. Μπαίνουν για να βάλουν ένα κουκί στην τσέπη τους. Απορώ με ορισμένους –που θεωρούσα ότι έκοβε το μυαλό τους– που παραμένουν. Βλέπω, βέβαια, ότι δεν ιδρώνει το αυτί τους. Τελικά, η εξουσία είναι πολύ γλυκιά. Και από τη στιγμή που θα δεις το αστυνομικό όργανο να κάθεται κλαρίνο όταν περνάς, αισθάνεσαι ότι είσαι κάποιος πάρα πολύ σημαντικός – ενώ τους περισσοτέρους από αυτούς δεν τους ήξερε πριν ούτε η θεία τους. Γιατί, κατά τα άλλα, όλοι αυτοί δεν βλέπουν πού έχει πάει η χώρα; Αλλά δεν μιλάω μόνον για τους τωρινούς. Μην παρεξηγηθώ. Οι τωρινοί ήταν απλώς αποτέλεσμα αυτού που εγώ λέω «Τσερνόμπιλ».

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Ίσως δεν έχουν ακόμα εμφανιστεί ισχυρές προσωπικότητες, ικανές να εμπνεύσουν σε όλους τους τομείς.

Σταύρος Ξαρχάκος: Μήπως υπάρχουν τέτοιες προσωπικότητες, αλλά κάθονται στο περιθώριο γιατί δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτήν τη λαίλαπα; Εγώ δεν νομίζω ότι έχει πάψει αυτή η χώρα να γεννά σημαντικά μυαλά σε όλους τους τομείς. Αλλά δεν είναι χαρακτηριστικό ότι όλοι οι καταπληκτικοί επιστήμονες φεύγουν στο εξωτερικό;

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Στα παιδιά σας πώς θα περιγράψετε μεθαύριο την εποχή που γεννήθηκαν;

Σταύρος Ξαρχάκος: Δεν χρειάζεται να τους την περιγράψω. Χρειάζεται όμως να διαβάσουν και να ακούσουν κι εγώ ίσως να τους ερμηνεύσω κάποια πράγματα. Όχι να τους περιγράψω μια εποχή όπως θέλω εγώ. Αυτό θα ήταν λάθος. Κατά τα άλλα, όπως γράφω, εάν ο ιστορικός του μέλλοντος θέλει να δει ποια ήταν η ιδιοσυγκρασία του κόσμου στην εποχή μας, θα πρέπει να ανατρέξει στις μετρήσεις της τηλεθέασης. Τόσα χρόνια μετά το «Big Brother», πάλι με το «Survivor» ασχολούμαστε. Δεν έχουμε κάνει βήμα μπροστά.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Τελικά, είστε απαισιόδοξος δηλαδή;

Σταύρος Ξαρχάκος: Αντιθέτως. Αν δεν είμαι πολύ αισιόδοξος εγώ, που έκανα δίδυμα στα 78 μου, τότε ποιος είναι;

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Τι ελπίζετε γι’ αυτά τα παιδιά;

Σταύρος Ξαρχάκος: Α, μη με ρωτάτε τέτοια πράγματα. Θα δούμε τι θα θελήσουν κι εκείνα.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Είναι η δεύτερη φορά που μου απαντάτε έτσι. Δεν είστε ο άνθρωπος που θέλει να επιβάλλει πράγματα..

Σταύρος Ξαρχάκος: Όχι, δεν θέλω να επιβάλλω. Μου αρέσει πολύ η συλλογικότητα και ο διάλογος, γιατί έτσι μαθαίνεις κι εσύ. Εγώ έχω μάθει πολλά πράγματα από τις συνομιλίες μου και με τους μουσικούς και με τους τραγουδιστές. Δεν επιβάλλω κάτι, γιατί μπορεί να μην είναι σωστό. Όμως, λόγω της εμπειρίας που έχω αποκτήσει και των βιωμάτων μου –60 χρόνια κοντεύω στον χώρο– κάτι μπορώ να προσφέρω στον άλλο, λέγοντάς του «μην το πεις έτσι». Θα του εξηγήσω όμως γιατί είναι καλύτερα να μην το κάνει.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Και με την ΑΕΠΙ χρησιμοποιήσατε την εμπειρία σας για να εξηγήσετε τη θέση σας (και δεν εννοώ την προσωπική). Η εξέλιξη πώς σας φαίνεται;

Σταύρος Ξαρχάκος: Με ενοχλεί πάρα πολύ ο τρόπος με τον οποίο διάφοροι κυβερνητικοί κύκλοι χειρίζονται την υπόθεση. Εμείς βιοποριζόμαστε από τα δικαιώματά μας, αλλά μια συμμορία, διότι περί τέτοιας πρόκειται, τα χειρίστηκε και τα χειρίζεται. Υποτίθεται ότι αυτή ήταν μια εισπρακτική εταιρεία. Όταν όμως ο επικεφαλής έπαιρνε μηνιαίο μισθό όσα δεν έπαιρνα εγώ ολόκληρο τον χρόνο, κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω και τους χειρισμούς κάποιων κυβερνητικών στελεχών.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Καταρχάς, όμως, ο Αλέξης Τσίπρας ανταποκρίθηκε στη δική σας παρέμβαση.

Σταύρος Ξαρχάκος: Ανταποκρίθηκε, αλλά φαίνεται ότι διάφορες «συνιστώσες» τού άλλαξαν άποψη. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά με ενοχλεί αφάνταστα. Και δεν μπορώ να ξαναγράψω ανοιχτή επιστολή. Θα γίνω γραφικός. Παρ’ όλα αυτά, κρίμα που ο πρωθυπουργός δεν καταλαβαίνει. Κι εντάξει εκείνος. Η υπουργός Πολιτισμού τι κάνει; Είναι ντροπή όλο αυτό για την κυρία…

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Στο «Ελεγεία και Σάτιρες» ο Καρυωτάκης γράφει «σύμβολα μείναμε καιρών που απάνω μας βαραίνουν άλυτοι γρίφοι που μιλούν μονάχα στον εαυτό τους». Ισχύει ακόμα;

Σταύρος Ξαρχάκος: Όχι μονάχα ισχύει αλλά θα έπρεπε να το είχαμε και ως μότο.

Ναταλί Χατζηαντωνίου: Τι θα απογίνει αυτή η χώρα, κύριε Ξαρχάκο;

Σταύρος Ξαρχάκος: Κοιτάξτε. Μια χώρα που ταξιδεύει μ’ αυτό το φως δεν πρόκειται να χαθεί ποτέ. Θα περάσει διάφορες φάσεις, όπως έχει περάσει κι άλλοτε στην Ιστορία της. Αλλά θα γυρίσει πάλι ο τροχός. Αυτό το φως δεν θα μας αφήσει ανυπεράσπιστους.

Μπορείτε να βρείτε τη συνέντευξη ακολουθώντας αυτόν τον σύνδεσμο: Σταύρος Ξαρχάκος: «Μια χώρα που ταξιδεύει μ’ αυτό το φως δεν πρόκειται να χαθεί ποτέ» | LiFO

Σχετικές συνεντεύξεις